Sunday 21 August 2011

“Αλλάζοντας το μη ορατό”: Η ελληνική εθνική αφήγηση και κυρίαρχη ιδεολογία ως αιτίες του ελληνικού προβλήματος και μια πρόταση για τη μετατόπιση του σημείου αναφοράς τους

An event has happened, upon which it is difficult to speak, and impossible to be silent.” Edmund Burk, Parliament, May 5th 1789.

Στην ιστορία της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα σπάνιες οι στιγμές που τόσοι πολλοί συμφωνούν σε κάτι τόσο θεμελιακό. Η χώρα πρέπει να αλλάξει. Το ερώτημα είναιπρος ποιά κατεύθυνση και με ποιόν τρόπο;” Οποιαδήποτε απόπειρα απάντησης αυτού του ερωτήματος έχει ως προϋπόθεση την εξέταση της υποκείμενης αιτίας, ενός αρχικούγιατί;” της συλλογικής μας αποτυχίας.


Ορίζοντας το πρόβλημα και την πηγή του: Τί φταίει;

Αίτιο και αιτιατό

Η προϊούσα οικονομική χρεοκοπία δεν είναι η πηγή του προβλήματος, είναι απλώς το σύμπτωμα, το αιτιατό μιας δεδομένης πολιτικής διαχείρισης, ενός συγκεκριμένου πολιτικού συστήματος. Η αποτυχία αυτή του πολιτικού συστήματος, ωστόσο, δε μπορεί να ανιχνευθεί σε κάποια εγγενή του αδυναμία και σίγουρα όχι σε μια βολική ερμηνεία που εστιάζει στην ηθική συγκρότηση των υποκειμένων του.

Συνεπώς, θα χρειαστεί να αναρωτηθούμε ποιά είναι η προωθητική δύναμη που σπρώχνει το πολιτικό σύστημα, συνολικά, σε συγκεκριμένες επιλογές, οι οποίες έχουν αποδειχτεί, εκ του αποτελέσματος και ανεξαρτήτως προθέσεων, εσφαλμένες. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, εφόσον αφορά σε δημοκρατική χώρα, δεν μπορεί παρά να είναι ένα, μη συγκυριακό, πλειοψηφικό ρεύμα εντός της ελληνικής κοινωνίας. Το ερώτημα, λοιπόν, εξειδικεύεται περαιτέρω: Τί ωθεί μια παγιωμένη και ευρεία πλειοψηφία να επιζητεί και να επιδιώκει τις συγκεκριμένες πολιτικές μέσω των εκλεγμένων εκπροσώπων της;

Η κυρίαρχη ιδεολογία, τα χαρακτηριστικά της και οι συνέπειές της

Κατά τον γράφοντα, ο πυρήνας του προβλήματος είναι οι πιο βασικές κοινές μας παραδοχές, μια πλατφόρμα αντιλήψεων και ιδεών, μια όραση του εαυτού μας και του κόσμου, πάνω στην οποία έχει αρθρωθεί ένα μη γραπτό, μη νομικό, ένα μη ορατόσύνταγμαπου εκφράζει και δεσμεύει τόσο την κοινωνία, όσο και την πολιτική της έκφραση, σε όλες της τις διαθλάσεις και κομματικές εξακτινώσεις. Το αόρατο αυτόσύνταγμαδεν είναι τίποτα άλλο, παρά αυτό που θα ονομάζαμε ως τηνκυρίαρχη ελληνική ιδεολογία” ή, κατά άλλους, την “ελληνική εθνική αφήγηση. Αυτή αντανακλά μια σειρά από αξίες, μια αρχική αντίληψη περί σωστού και λάθους και, εν τέλει, περιγράφει το πολιτικό πλαίσιο εντός του οποίου διεξάγεται ο πολιτικός διάλογος και οι στενότερες ιδεολογικές διαμάχες.

Το σημείο αναφοράς της κυρίαρχης ιδεολογίας, κεντρικός αφηγητής στο συλλογικό μας μυθιστόρημα, είναι το κράτος. Το κράτος και η παρέμβασή του είναι πάντοτε επιθυμητά στη δημόσια ζωή και δεν αμφισβητούνται στο δημόσιο διάλογο, ανεξαρτήτως της όποιας στενότερης πολιτικής τοποθέτησης. Είναι μάλιστα ενδιαφέρουσα, όσο και αντιφατική, αυτή η επιμονή, καθώς, ανέκαθεν, το κράτος ήταν ο μεγάλος ύποπτος και ο μεγάλος ασθενής. Η εμπιστοσύνη στους φορείς εξουσίας εν γένει είναι σχεδόν μηδαμινή, εντούτοις, η κρατική ιδεολογία παραμένει κυρίαρχη. Συνέπεια αυτού του ιδεολογικού σχήματος είναι μια κοινωνία η οποία είναι αντι-φιλελεύθερη μεν, βαθιά ιδιωτική και χωρίς αίσθηση κοινότητας δε.

Όπου και να κοιτάξει κανείς, οι συνέπειες της κυρίαρχης ιδεολογίας είναι εμφανείς στην ελληνική κοινωνία. Κανένας πειραματισμός, καμία αλλαγή, καμία βελτίωση δεν μπορεί να περάσει από τις συμπληγάδες της καχυποψίας που υπάρχει απέναντι σε κάθε αποπειρώμενη μεταρρύθμιση αφενός, και της εχθρότητας απέναντι σε κάθε τι μη κρατικό αφετέρου. Κάθε προσπάθεια αλλαγής συνθλίβεται στις αντιφατικές παραμέτρους που συνθέτουν την εθνική μας αφήγηση.

Η -μεταοθωμανική- πολιτική οικονομία που έχει γεννήσει η κυρίαρχη κρατική ιδεολογία έχει καφκικά μεταμορφώσει το κράτος από κοινωνικό σε εργοδοτικό, έχει συρρικνώσει την ιδιωτική αγορά εργασίας και έχει δημιουργήσει, κατ’ αποτέλεσμα, ολιγοπωλιακά δεδομένα με όλες τις στρεβλώσεις που κάτι τέτοιο συνεπάγεται. Έχει μυθοποιήσει την μικρή και μεσαία επιχείρηση, η οποία, όπως δείχνουν τα στοιχεία, πρόκειται στην ουσία για οικογενειακή επιχείρηση, και η οποία, φυσικά, δεν μπορεί να απορροφήσει ούτε την πληθώρα νέων επιστημόνων, ούτε να τους αποζημιώσει αξιοπρεπώς για την εργασία τους. Τέλος, έχει μεταδώσει την ασθένεια της αναξιοκρατίας και στον ιδιωτικό τομέα, καθώς οι μεσαίες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις επιβιώνουν λόγω των -συχνά προνομιακών- σχέσεων με το μεγάλο κράτος.

Η ολοκληρωτική οικονομική αδυναμία της χώρας είναι το δημοσιονομικό προϊόν της εθνική μας αφήγησης, καρπός μιας ρητορικής από την οποία απουσιάζει η προσωπική ευθύνη και μιας πρακτικής όπου η συναλλαγή υποκαθιστά την πολιτική.

Λύνοντας το πρόβλημα στην πηγή του: Αλλάζοντας το μη ορατό
Αλλάζοντας ιδεολογία

Η ιδεολογία δεν είναι μέγεθος ανεξάρτητο και αυθύπαρκτο από το συνολικότερο οικονομικό και παραγωγικό μωσαϊκό της ελληνικής κοινωνίας. Ζωοδοτείται, νοηματοδοτείται και συντηρείται από ένα σύμπλεγμα μικρών και μεγαλύτερων συμφερόντων, τα οποία πιέζουν για τη μακροημέρευσή τους. Η πίεση αυτή και η ευόδωσή της, αν και πλήρως θεμιτή, φαίνεται να μην παράγει βιώσιμα αποτελέσματα, ούτε δημοσιονομικά, ούτε κοινωνικά. Πώς, λοιπόν, μπορεί να αλλάξει η χώρα χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση, χωρίς, δηλαδή, να αποτελεί η αλλαγή αυτή πλειοψηφικό αίτημα μέσω μιας ιδεολογικής μετατόπισης σε μια πιο ανοιχτή, φιλελεύθερη ματιά;

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι απλή. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να αλλάξει χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να αλλάξει χωρίς μια ουσιαστική αλλαγή για το πώς βλέπουμε το κράτος και το ρόλο του, για το τί μας έφερε εδώ και πώς θα αλλάξουμε.

Μεθοδολογικές δυσκολίες και στρατηγικές επιλογές: Στόχευση για το όλον ή το μέρος;

Τα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ότι οι άνθρωποι λειτουργούν διαφορετικά σε διαφορετικές συνθήκες. Μια αναταξινόμηση των κινήτρων θα μπορούσε να γεννήσει διαφορετικές αξίες, διαφορετικές συμπεριφορές, διαφορετικές προτεραιότητες και, εν τέλει, σταδιακά, μια διαφορετική εθνική αφήγηση, ως ένα αξιακό minimum στο πλαίσιο του οποίου θα διεξάγεται ο στενότερος πολιτικός διάλογος. Η αναταξινόμηση αυτή, ωστόσο, απαιτεί διοικητικές αλλαγές, παραγωγικές αναδιατάξεις και πολιτικές πρωτοβουλίες που δεν θα έχουν, πιθανότατα, πλειοψηφική αποδοχή.

Κατά συνέπεια, η απάντηση στο ερώτημαπώς;” φαίνεται να εκκρεμεί. Η δημόσια παρέμβαση και η προσπάθεια δημιουργίας πλειοψηφικού ρεύματος μέσω της άρθρωσης ορθολογικού επιχειρήματος είναι αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη αλλαγής. Η στρατηγική για τον τρόπο της αλλαγής παραδείγματος ίσως θα ήταν αποτελεσματικότερη αν γινόταν δια του ίδιου του παραδείγματος, ίσως σε μικρότερη κλίμακα.

Αλλάζοντας υπο-συστήματα: Προς μια πολιτική οικονομία της ελευθερίας.
Περισσότερες επιλογές αντί της στέρησης προνομίων επιμέρους ομάδων

Η πρόταση στηρίζεται στην εξής προσέγγιση: Για να μπορέσει να κάνει η κοινωνία μια ορθολογικότερη επιλογή, κόντρα στον ιδεολογικό της πυρήνα και στη στενά ιδωμένη ιδιοτέλεια της κάθε ομάδας πίεσης, πρέπει να μπορεί να την ελέγξει στην πράξη για την επιλέξει. Δεν φαίνεται να μπορεί να το κάνει σε μεγάλη κλίμακα, καθώς αυτό θα σήμαινε μεγάλες αλλαγές οι οποίες δεν θα είχαν εύκολα την απαιτούμενη δημοκρατική νομιμοποίηση. Μια προσέγγιση θα ήταν η στροφή σε αλλαγές μικρότερης κλίμακας, χωρίς απαραιτήτως να επιχειρείται μια ριζική και βίαιη μεταβολή του συνόλου του σύστηματος το οποίο επιθυμούμε να αλλάξουμε.

Οι αλλαγές υπο-συστημάτων, με τρόπο που να ευνοεί την ελευθερία επιλογής, με τρόπο που να κάνει τα άτομα πιο δημιουργικά, πιο υπεύθυνα και πιο ανεξάρτητα, μπορεί να έχουν αμεσότερο αποτέλεσμα και πιο βιώσιμα χαρακτηριστικά. Πιο απτά παραδείγματα μιάς τέτοιας προσέγγισης θα μπορούσε να είναι τα εξής: το δικαίωμα επιλογής των μαθημάτων τους στους μαθητές ή φοιτητές θα έχει, μακροπρόθεσμα, πολύ καλύτερα αποτελέσματα από κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Το δικαίωμα των γονιών να επιλέγουν τους διευθυντές των σχολείων ή τους καθηγητές μπορεί να αποτελέσει ένα αξιοπρεπές κίνητρο για σοβαρότερη δουλειά στα δημόσια σχολεία. Η επιλογή συνταξιοδοτικού φορέα επίσης.

Οτιδήποτε καθιστά τον κάθε πολίτη ξεχωριστά ως συνδιαμορφωτή του κοινωνικού αποτελέσματος και υπεύθυνο των συνεπειών μιας λάθος επιλογής, θα οδηγήσει σε ορθολογικότερες επιλογές και θα συμβάλλει στη δημιουργία ενός διαφορετικού πολιτικού παραδείγματος. Ίσως πιο γρήγορα από όσο φανταζόμαστε, το κράτος ως νήμα της εθνικής μας αφήγησης και ως ιδεολογικός πρωταγωνιστής θα έδινε τη θέση του σε μια κοινωνία και σε πολίτες που έχουν πιο άμεση και χειροπιαστή ευθύνη για το μέλλον τους.

Αλλάζοντας

They always say time changes things, but you actually have to change them yourself” Andy Warhol


Οι κοινωνίες αλλάζουν από ιστορική ανάγκη και από συλλογική θέληση. Η ιστορική ανάγκη είναι παρούσα. Το πολιτικότερο αιτούμενο είναι η συλλογική μας θέληση. Η αποτυχία έχει συνέπειες. Τις ζούμε. Η επιτυχία έχει κόστος. Μένει να το αναλάβουμε. Δεν θα είναι εύκολο, αλλά τίποτα που αξίζει δεν είναι.

Μιχάλης Παττακός, δικηγόρος


No comments: